expr:class='"loading" + data:blog.mobileClass'>

Η ΕΛΛΑΔΑ ποτέ δεν πεθαίνει

Η ΕΛΛΑΔΑ ποτέ δεν πεθαίνει

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΡΕΣΠΩΝ 17 ΙΟΥΝΙΟΥ 2018


Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 1990

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι παγκόσμιες ισορροπίες άλλαξαν για μια ακόμη φορά. Αυτό που ονομάστηκε ¨Ψυχρός Πόλεμος¨, δηλ. η για πενήντα χρόνια πλανητική σύγκρουση του Δυτικού καπιταλιστικού Μπλοκ με το Ανατολικό ¨Σοσιαλιστικό¨ Μπλοκ σε γεωπολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο, έληξε με την οριστική επικράτηση του πρώτου. Οι πάλαι ποτέ ανατολικές ¨Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες¨ διαλύθηκαν και αντικαταστάθηκαν από νέα έθνη-κράτη. Αυτή η διάλυση, η οποία σε πολλές περιπτώσεις οδήγησε μέχρι και σε επαναχάραξη συνόρων σε διάφορα σημεία του πλανήτη, για τα κράτη που βρίσκονταν με τη μεριά των νικητών αποτέλεσε μια τεράστια ευκαιρία προώθησης των ιμπεριαλιστικών τους βλέψεων και συμφερόντων. Ήταν στ’αλήθεια μια ευκαιρία ξαναμοιράσματος του κόσμου.
Το ελληνικό κράτος, ως κράτος του δυτικού κόσμου, βρέθηκε με την πλευρά των νικητών. Επεδίωξε λοιπόν και αυτό να επωφεληθεί για λογαριασμό του από την αλλαγή των παγκόσμιων συσχετισμών και το ξαναμοίρασμα του κόσμου. Εκμεταλλεύθηκε την εγγύτητα του με τα ηττημένα βαλκανικά κράτη του ανατολικού μπλοκ, φιλοδοξώντας να αναδειχθεί σε περιφερειακή δύναμη στο χώρο των Βαλκανίων και της Ανατολής Μεσογείου.
Δύο σημαντικά γεγονότα αυτής της περιόδου, έδωσαν την απαραίτητη ώθηση στις φιλοδοξίες του ελληνικού κράτους.
Το πρώτο ήταν η εισβολή των Η.Π.Α στο Ιράκ το 1990 η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή, πράγμα που επηρέασε και συνεχίζει άμεσα το βασικό αντίπαλο του ελληνικού κράτος στην Ανατολική Μεσόγειο, δηλ. Το τούρκικο κράτος.
Το δεύτερο σημαντικό γεγονός ήταν η διάλυση του κράτους της ¨Ενωμένης Γιουγκοσλαβίας¨, που συνέβη το 1991. Η άλλοτε πολυεθνική Ομοσπονδία, διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη με έναν εξαιρετικά βίαιο εμφύλιο πόλεμο και στη θέση της δημιουργήθηκαν πέντε ( 5 ) νέα κράτη ( η Σλοβενία, η Κροατία, η Βοσνία, η Σερβία/Μαυροβούνιο και στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας,  η Μακεδονία ),
Το κράτος αυτό ανακηρύχθηκε ως ανεξάρτητο κράτος το Νοέμβριο του 1991 με το όνομα ¨Δημοκρατία της Μακεδονίας¨. 
Το νεοσύστατο μακεδονικό κράτος ήδη από την πρώτη στιγμή της ύπαρξης του εμφανίστηκε ως ένα κράτος προορισμένο για να διαλυθεί. Ένα κράτος μικρό, αδύναμο, δίχως δικό του στρατό και με έντονες διαλυτικές τάσεις στο εσωτερικό του. Βασικό συστατικό αυτών των τάσεων ήταν η στάση των γειτονικών κρατών απέναντι στη Μακεδονία, τα οποία ήδη από την πρώτη στιγμή άρχισαν να εκμεταλλεύονται τα προβλήματα της Μακεδονίας για να τις δημιουργήσουν περαιτέρω αποσταθεροποιητικές τάσεις. Εκμεταλλεύτηκαν την ανομοιογενή εθνοτική σύσταση του μακεδονικού κράτους, του οποίου ο πληθυσμός αποτελείτο από ένα 65% Σλαβομακεδόνων, ένα 30% Αλβανόφωνων και ένα 5% πολιτών άλλων εθνοτήτων     ( Σέρβων, Τούρκων, Ρομά ).

·       Τα Βαλκάνια μετά την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, Προσέξτε πως η Ελλάδα, η Αλβανία, η Βουλγαρία και η Σερβία ¨περικυκλώνουν¨το μακεδονικό κράτος.


ΤΡΙΕΤΙΑ 1992 – 1995 : ΒΑΣΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ.

Από το 1992, το ελληνικό κράτος, παρουσιάζοντας την ύπαρξη του όρου ¨Μακεδονία¨ στην ονομασία του μακεδονικού κράτους ως ένδειξη ¨αλυτρωτισμού¨και ισχυριζόμενο ότι το μακεδονικό κράτος ήταν πιθανό στο μέλλον να εγείρει εδαφικές διεκδικήσεις κατά του ¨ελληνικού κομματιού της Μακεδονίας, ξεκίνησε την άσκηση έντονων διπλωματικών πιέσεων εναντίον του ( σημείωση : την περίοδο για την οποία μιλάμε για ¨αλυτρωτισμό¨ το μακεδονικό κράτος δεν διέθετε στρατό και μετά βίας διατηρούσε αστυνομία ). Χρησιμοποιώντας λοιπόν ως αφορμή κι ως πρόσχημα το ¨΄ονομα¨, το ελληνικό κράτος αρνήθηκε να προχωρήσει στην αναγνώριση του μακεδονικού κράτους, ενώ ταυτόχρονα μπλόκαρε για χρόνια την οποιαδήποτε προσπάθεια αναγνώρισης του από άλλα κράτη, επιδιώκοντας έτσι να το απομονώσει από τη ¨Διεθνή Κοινότητα¨. Επιπλέον, άρχισε να απαιτεί αλλαγές τόσο στην ονομασία όσο και σε άρθρα του συντάγματος του μακεδονικού κράτους, τα οποία το ελληνικό κράτος επέβαλε το 1994 εμπάργκο κατά του κράτους της Μακεδονίας προσδοκώντας τον οικονομικό του στραγγαλισμό. Απώτερος στόχος ων ελληνικών πιέσεων ήταν η μετατροπή του μακεδονικού κράτους σε ένα κράτος υπό την ελληνική επιρροή και ¨ηγεμονία¨.
Παράλληλα με την πολιτική της άσκησης πίεσης σε διπλωματικό και οικονομικό επίπεδο, το ελληνικό κράτος κατέστρωσε και εξέτασε σχέδια για το ενδεχόμενο της διάλυσης του μακεδονικού κράτους. Το σενάριο στρατιωτικής εισβολής στο κράτος της Μακεδονίας και διαμελισμού του μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας έπεσε στο τραπέζι.
Αυτήν την περίοδο, στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας, η εθνική ενότητα γνώρισε στιγμές ανεπανάληπτης δόξας με το σύνολο του εθνικού κορμού να συντάσσεται απροκάλυπτα με τις επιδιώξεις του ελληνικού ιμπεριαλισμού. Τα περίφημα ¨μακεδονικά συλλαλητήρια¨, της εποχής εκείνης, οργανωμένα και καθοδηγούμενα πλήρως από το ελληνικό κράτος συγκέντρωσαν και συσπείρωσαν την συντριπτική πλειοψηφία του ¨ελληνικού λαού¨, ο οποίος ανεξαρτήτως ιδεολογικών η κομματικών προτιμήσεων διαδήλωνε κατά εκατομμύρια για την ¨ελληνικότητα¨ της Μακεδονίας και εμφανιζόταν πρόθυμος για όλα, ακόμα και για πόλεμο. Τα συνθήματα ¨η Μακεδονία είναι Ελληνική¨, ¨η λύση είναι μία, σύνορα με τη Σερβία¨και ¨Στα όπλα, στα όπλα, να πάρουμε τα Σκόπια¨, συνυπήρχαν κατά τη διάρκεια των συλλαλητηρίων.
Τα πολεμικά σχέδια τελικά δεν μπήκαν σε εφαρμογή αντίθετα, συνεχίστηκε η άσκηση διπλωματικής και οικονομικής πίεσης. Η απόφαση δεν ήταν απλή. Στο εσωτερικό του ελληνικού κράτους υπήρξε διχογνωμία σχετικά με το ποια απ’ τις δύο κατευθύνσεις έπρεπε να ακολουθηθεί. Αυτή η διχογνωμία εκφράστηκε με τη σφοδρή και δημόσια σύγκρουση του τότε Υπουργού Εξωτερικών, Α. Σαμαρά, κύριου εκφραστή της γραμμής της στρατιωτικής εισβολής, με τον τότε πρωθυπουργό της χώρας, Κ. Μητσοτάκη ο οποίος εξέφραζε την γραμμή της διπλωματικής και οικονομικής πίεσης προς το κράτος της Μακεδονίας. Η σύγκρουση αυτή οδήγησε τελικά στην αποπομπή του Α. Σαμαρά από την τότε κυβέρνηση της Ν.Δ. και συνοδεύτηκε από βαριά υπονοούμενα περί ¨κρυφής ατζέντας¨και ¨μυστικών συνεννοήσεων¨του Σαμαρά με τη σερβική πλευρά, προκειμένου να δρομολογηθεί η με στρατιωτικά μέσα διάλυση της Μακεδονίας.  
Για την επικράτηση της διπλωματικής και οικονομικής πίεσης, σίγουρα έπαιξε ρόλο και το γεγονός πως το ελληνικό κράτος γνώριζε ότι δεν ήταν ο μοναδικός ενδιαφερόμενος στην περιοχή, καθώς τόσο το αλβανικό όσο και το βουλγαρικό κράτος διατηρώντας ¨πατήματα¨ γλωσσικά και εθνότητα, στο κράτος της Μακεδονίας, επεδίωκαν με την σειρά τους την αποσταθεροποίηση του και την διάλυση του προς όφελός τους. Μια πιθανή εισβολή της Ελλάδας στο κράτος της Μακεδονίας θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα γενικευμένο πόλεμο μεταξύ Ελλάδας, Αλβανίας, Βουλγαρίας, Σερβίας και πιθανότατα και Τουρκίας.   
Έπειτα από τρία χρόνια ελληνικής διπλωματικής και οικονομικής πίεσης, η πρώτη φάση του μακεδονικού ζητήματος έληξε το 1995 με την υπογραφή της ¨ενδιάμεσης¨ συμφωνίας της Νέας Υόρκης. Επρόκειτο για μια συμφωνία προσωρινής ¨ανακωχής¨ βάσει της οποίας τα δύο κράτη υποτίθεται πως υποχρεώθηκαν σε ¨αμοιβαίες υποχωρήσεις¨μέχρι και την οριστική λύση του ζητήματος. Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, η Ελλάδα προχώρησε σε άρση του εμπάργκο και άρχισε να αναπτύσσει οικονομικές σχέσεις με τη Μακεδονία. Άμεσα ξεκίνησε η επέκταση του ελληνικού κεφαλαίου στο κράτος της Μακεδονίας με τη δραστηριοποίηση εκατοντάδων ελληνικών επιχειρήσεων ( Τράπεζες, κατασκευαστικές εταιρίες, Super Market, εταιρίες κινητής τηλεφωνίας κ.α. ) εντός της μακεδονικής επικράτειας. Ουσιαστικά το ελληνικό κράτος εξακολουθώντας να κρατά το όλο ζήτημα ανοιχτό, ξεκίνησε να αποκτά μεγαλύτερα πατήματα στο εσωτερικό του γειτονικού κράτους με οικονομικά μέσα και με ¨ειρηνικό¨τρόπο.   

2001 : Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Η ανομοιογενής σύνθεση του πληθυσμού, ήταν η αιτία, διαλυτικές τάσεις να εμφανίζονται στο εσωτερικό του μακεδονικού κράτους. Συχνά οδηγούσε σε εθνοτικές διαμάχες μεταξύ Σλαβομακεδόνων και Αλβανοφώνων. Αυτή η σύγκρουση εκδηλώθηκε με εμφατικό τρόπο το 2001 με την ένοπλη εξέγερση της αλβανόφωνης πλευράς, που διεκδικούσε την αυτονόμηση των αλβανόφωνων περιοχών, με απώτερο στόχο τη μελλοντική ένωση τους με το κράτος της Αλβανίας. Η χώρα οδηγήθηκε σε ένα μίνι εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος διήρκεσε σχεδόν έναν χρόνο και την έφερε στην κυριολεξία ένα βήμα πριν την διάλυση. Το ελληνικό κράτος επενέβη, παρέχοντας στρατιωτική και υλικοτεχνική στήριξη στις επίσημες μακεδονικές αρχές, βοηθώντας ουσιαστικά μ’αυτόν τον τρόπο το μακεδονικό κράτος να κρατηθεί εν ζωή. Παράλληλα στο εσωτερικό του ελληνικού κράτους συζητιόταν το ενδεχόμενο να προωθηθεί ο ελληνικός στρατός και να δημιουργήσει μια υγειονομική ζώνη στη μακεδονική επικράτεια που θα εμπόδιζε την είσοδο των μεταναστατών στο έδαφος της Ελλάδας. Η ελληνική παρέμβαση στα εσωτερικά του μακεδονικού κράτους, ήταν αφ’ενός μια κίνηση η οποία έβαλε άμεσα φρένο στις αλβανικές βλέψεις, και αφ’ετέρου έστειλε ένα σαφές μήνυμα προς όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη της περιοχής ( Αλβανία, Βουλγαρία, Σερβία ) ότι σε περίπτωση διάλυσης του μακεδονικού κράτους, η Ελλάδα θα έχει το πρώτο λόγο, παίρνοντας με τη βία το μερίδιο που θεωρούσε ότι της αναλογεί.
Ο τότε Υπουργός Εθνικής Άμυνας Α. Τσοχατζόπουλος σε δηλώσεις του, έστελνε το μήνυμα ¨η αλλαγή συνόρων δεν μπορεί να γίνει στο μικρό αυτό κράτος ερήμην της Ελλάδας¨. Με άλλα λόγια ότι αν το κράτος της Μακεδονίας διαλυθεί, η Ελλάδα θα είναι η πρώτη που θα χωθεί, οπότε ας μην χαίρονται οι υπόλοιποι γείτονες γιατί λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο.

2002 – 2017 : Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ

Από το 2002 και έπειτα, η αστάθεια του μακεδονικού κράτους συνεχίστηκε, φέρνοντας το διαρκώς στα πρόθυρα της διάλυσης.
Στο εξωτερικό του μέτωπο, το μακεδονικό κράτος, πέραν των ελληνικών και αλβανικών βλέψεων, είχε να αντιμετωπίσει και τις επεκτατικές βλέψεις του βουλγαρικού κράτους ως κομμάτι του εθνικού του κορμού και τους χορηγούσε αφειδώς βουλγαρικά διαβατήρια προσπαθώντας να ενισχύσει κι αυτό τα δικά του ¨πατήματα¨ εντός της Μακεδονίας.
Το μακεδονικό κράτος λοιπόν, περικυκλωμένο από εχθρικά κράτη τα οποία επιθυμούσαν τη διάλυση του και με την εσωτερική του συνοχή να τίθεται διαρκώς εν αμφιβόλω είχε μπροστά του τα εξής σενάρια :
1.    Να συνεχίσει την απομονωμένη του πορεία προς την αναπόφευκτη διάλυση σε άγνωστο χρονικό διάστημα και το διαμελισμό του μεταξύ Ελλάδας, Αλβανίας, Βουλγαρίας και πιθανότατα Σερβίας.
2.    Να προσδεθεί στο άρμα της ¨δυτικής προοπτικής¨, δηλ. Να ευθυγραμμίσει την ύπαρξη του ως κράτος με τα ελληνικά συμφέροντα, να ενταχθεί σε διεθνείς οργανισμούς όπως Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, και να προσπαθήσει να διατηρήσει έτσι την κρατική του υπόσταση, υπό την ¨ομπρέλα¨ πλέον των διεθνών συμμαχιών και ιδιαιτέρως της ¨συμμαχίας¨ με το ελληνικό κράτος.
Αυτή η δεύτερη επιλογή του μακεδονικού κράτους, βέβαια ήταν πάντα άμεσα εξαρτημένη από τις προθέσεις του ελληνικού, το οποίο όντας πολύ πιο ισχυρό ( και στρατιωτικά και διπλωματικά ), έχοντας την ιδιότητα του μέλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, και με το πρόσχημα της μη λύσης του :ονοματολογικού¨ ζητήματος, παρεμπόδιζε σταθερά ήδη από το 1990 ) την ένταξη του μακεδονικού κράτους σε οποιονδήποτε διεθνή οργανισμό.

Το 2017, το ελληνικό κράτος, λαμβάνοντας υπ΄όψη :
1.    Τα ¨πατήματα¨ που ήδη διατηρούσε εντός του μακεδονικού κράτους λόγω της εδραίωσης και της περαιτέρω επέκτασης του ελληνικού καπιταλισμού ( η οποία όπως είπαμε ξεκίνησε το 1995 ), με διάφορες ελληνικές επιχειρήσεις να έχουν μερίδιο σε ένα όχι ασήμαντο κομμάτι της οικονομίας της Μακεδονίας,
2.    Την εκτίμηση του πως τα συμφέροντα του μπορεί να συναντήσουν αμερικανική υποστήριξη, καθώς λειτουργούν υπέρ της δημιουργίας μιας ζώνης ανάσχεσης της ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια και
3.    Τις γενικότερες εξελίξεις στα Βαλκάνια και ειδικότερα το ζήτημα της ενδεχόμενης μελλοντικής αλλαγής συνόρων και προσάρτηση ενός μέρους του Κοσόβου στην Αλβανία,
Έκρινε ότι έχει πλέον έρθει το κατάλληλο momentum, για να ¨λύσει¨ τις διαφορές του με το μακεδονικό κράτος, φυσικά προς όφελος του και με τρόπο που να εξυπηρετεί απόλυτα τα συμφέροντα του.
Το μακεδονικό κράτος απ’την άλλη, μην έχοντας άλλη ρεαλιστική επιλογή προκειμένου να διατηρηθεί ως αυτοτελές κράτος και έπειτα από σχεδόν τριάντα χρόνια διπλωματικής, στρατιωτικής και οικονομικής πίεσης από το ελληνικό κράτος, αναγκάστηκε τελικά να ¨συνθηκολογήσει¨.
Είχε έρθει η ώρα της ¨επίλυσης¨ του ¨Μακεδονικού¨.

Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ

Την 17η Ιουνίου του 2018, το ελληνικό και το μακεδονικό κράτος υπέγραψαν τη Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία η διαμάχη μεταξύ των δύο κρατών, η οποία κράτησε σχεδόν τριάντα χρόνια, υποτίθεται πως έφθασε στο τέλος της.
Οι αντιδράσεις μετά την υπογραφή από διάφορους ¨φορείς¨ :
·       Ο Πρωθυπουργός Α. Τσίπρας έκανε λόγο για ¨γιορτή της ειρήνης¨, της αδελφοσύνης και της καλής γειτονίας των 2 λαών¨.
·       Την ίδια στιγμή, οι καμπάνες στα ελληνικά χωριά των Πρεσπών χτυπούσαν πένθιμα.
·       Αν και η ημέρα ήταν Κυριακή, οι ακροδεξιοί της χώρας μας ενημέρωναν ότι ήταν άλλη μια ¨Μεγάλη Παρασκευή του ελληνισμού¨.
·       Λίγες μέρες πριν την υπογραφή της Συμφωνίας, ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. Δ. Κουτσούμπας εξηγούσε στους συναδέλφους του στην Βουλή το πως η Ελλάδα γονάτισε για άλλη μια φορά στις διαταγές των ¨Αμερικανών¨.
Πέρα από αυτό το δυστυχώς όχι και τόσο σπάνιο δείγμα αριστεροδεξιού σουρεαλισμού, ας δούμε τι λέει για την Συμφωνία ο Έλληνας καθηγητής στην ΑΣΟΕΕ, εκπρόσωπος του ελληνικού καπιταλισμού, Γ. Παγουλάτος :
¨Τα θετικά της συμφωνίας προσφέρονται. Ο κόσμος θα σταματήσει να αναφέρεται επισήμως στη χώρα αυτή ως ¨Μακεδονία¨, η διμερής διένεξη μπορεί να λήξει, η γειτονική  χώρα να αποκτήσει ευρωπαϊκή πορεία, που εγγυάται μεγαλύτερη σταθερότητα. Η ¨Βόρεια Μακεδονία¨θα είναι μια μικρή χώρα εξαρτημένη από την Ελλάδα και στραμμένη προς την Θεσσαλονίκη. Έχουμε απέναντι μας μια χώρα της  οποίας δεν είμαστε ο φτωχός συγγενής αλλά ο πλούσιος γείτονας. Αγαπά η μισεί κανείς τη συμφωνία των Πρεσπών, θα μπορέσει να λειτουργήσει επωφελώς για την Ελλάδα εάν δουλέψουμε για να επεκτείνουμε την επιρροή μας στη χώρα αυτή¨.  
Στα λόγια του Παγουλάτου πουθενά δεν συναντάμε την λέξη ¨Προδοσία¨, πουθενά η ¨εξάρτηση¨, το μόνο που βλέπει ο Παγουλάτος είναι το πως αυτή η συμφωνία ¨θα μπορέσει να λειτουργήσει επωφελώς για την Ελλάδα¨.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ

Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μια συμφωνία επιβολής των συμφερόντων του ελληνικού κράτους στο μακεδονικό. Είναι μια συμφωνία για την οποία το ελληνικό κράτος, ενεργώντας από θέση ισχύος, ως ¨πλούσιος γείτονας¨ όπως μας λέει ο Παγουλάτος, είχε εξαρχής τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Οι πάγιες επιδιώξεις του ελληνικού κράτους όπως είχαν διαμορφωθεί ήδη από τη δεκαετία του 1990, δηλ. Η αλλαγή της ονομασίας και η αλλαγή άρθρων του Συντάγματος του μακεδονικού κράτους, εκπληρώθηκαν με την συμφωνία των Πρεσπών. Το μακεδονικό κράτος είναι το μοναδικό κράτος στην Ιστορία το οποίο υποχρεώνεται σε αλλαγή της ονομασίας και του Συντάγματος του, χωρίς προηγουμένως να έχει ηττηθεί σε πόλεμο. Η Συμφωνία των Πρεσπών, δίνει την δυνατότητα στο ελληνικό κράτος να αυξήσει την επιρροή του και να ενισχύσει τα ερείσματα που ήδη διαθέτει εντός του κράτους της Μακεδονίας, μετατρέποντας το ουσιαστικά σ ένα ¨συμβατό με τις ελληνικές επιδιώξεις γείτονα¨.

ΑΣ ΔΟΥΜΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΕΡΑ ΜΕΡΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ:

1.    Η Ονομασία του Μακεδονικού κράτους αλλάζει από ¨Μακεδονία¨ σε ¨Βόρεια Μακεδονία¨. Οι κάτοικοι του, οι οποίοι αυτοαποκαλούνται εδώ και δύο αιώνες ¨Μακεδόνες¨, θα πρέπει πλέον βάσει της Συμφωνίας, να αυτοαποκαλούνται με το στανιό, ¨Βορειομακεδόνες¨. Το ελληνικό κράτος είναι που επέβαλε στο μακεδονικό το συγκεκριμένο όνομα. Άλλωστε αυτή ήταν εδώ και χρόνια η πάγια θέση του ελληνικού κράτους : ¨Σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό¨. Τι άλλο θα μπορούσε να είναι ο γεωγραφικός προσδιορισμός πέρα από ¨Βόρεια Μακεδονία¨; Η ύπαρξη του γεωγραφικού προσδιορισμού ¨Βόρεια¨ στη νέα ονομασία, μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαντάζει ως και ασήμαντη. Στην πραγματικότητα, είναι πρόσφορη για μελλοντική χρήση από το ελληνικό κράτος, καθώς αφήνει ύπουλα το υπονοούμενο επανένωσης κάποια στιγμή της ¨Βόρειας¨ με την μοναδική ¨σκέτη¨ Μακεδονία που διαθέτουν αυτή τη στιγμή τα Βαλκάνια, η οποία φυσικά είναι η Ελληνική.
2.    Το Μακεδονικό κράτος, με την αλλαγή διαφόρων άρθρων του Συντάγματος του, υποχρεώνεται να αποδεχτεί ουσιαστικά ότι δεν υπάρχει μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα. Η αλλαγή άρθρων του Συντάγματος αναφορικά με τις μειονότητες, είναι κάτι το οποίο το ελληνικό κράτος επεδίωκε από το 1992. Αυτή την στιγμή υπολογίζεται ότι στο ¨ελληνικό¨ κομμάτι της Μακεδονίας ζουν αρκετές χιλιάδες άνθρωποι μακεδονικής καταγωγής, οι περίφημοι ¨ντόπιοι¨. Η ενσωμάτωση αυτού του πληθυσμού ( τον οποίο η Βουλγαρία από μεριάς της θεωρεί ¨βουλγαρόφωνο¨) στον ελληνικό εθνικό κορμό ήταν ένα από τα πλέον επίπονα έργα του ελληνικού κράτους στον 20ο αιώνα. Πλέον, το ζήτημα της μακεδονικής, σλαβόφωνης, βουλγαρόφωνης η ότι άλλο μειονότητας στη Βόρεια Ελλάδα, κλείνει επιτρέποντας στο ελληνικό κράτος να συνεχίσει την αφομοίωση του μακεδονικού πληθυσμού που ζει εντός της επικράτειας του.
3.    Βάσει της Συμφωνίας αναγνωρίζεται ύπαρξη ¨μακεδονικής γλώσσας¨ η οποία ορίζεται και ως η επίσημη γλώσσα του κράτους. Το συγκεκριμένο σημείο θεωρήθηκε από διάφορες ¨ομάδες¨ ως μέγιστη ¨προδοσία¨. Στην πραγματικότητα, αυτή η διάταξη της Συμφωνίας αφαιρεί από το βουλγαρικό κράτος, φυσικά προς το συμφέρον του ελληνικού, το γλωσσικό ¨πάτημα¨ που αυτό διατηρεί εντός του κράτους της Μακεδονίας. Το βουλγαρικό κράτος έχοντας όπως έχουμε ήδη πει, τις δικές του βλέψεις κατά του μακεδονικού κράτους, υποστηρίζει διαχρονικά ότι δεν υπάρχει αυτοτελής μακεδονική γλώσσα και ότι η γλώσσα που μιλιέται στο κράτος της Μακεδονίας είναι βουλγαρική διάλεκτος.
4.    Η συμφωνία δρομολογεί την εμπορική, οικονομική και ενεργειακή συνεργασία μεταξύ μακεδονικού και ελληνικού κράτους. Όντας σαφώς πιο ισχυρό και οικονομικά ανεπτυγμένο, το κράτος που επωφελείται από αυτή τη ¨συνεργασία¨ και φυσικά το ελληνικό. Ουσιαστικά, λοιπόν, δίνεται στον ελληνικό καπιταλισμό η δυνατότητα περαιτέρω επέκτασης και ¨ριζώματος¨, εντός του μακεδονικού κράτους. Αυτή η επέκταση, άλλωστε,, δεν ξεκινά τώρα, με τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά ξεκίνησε ήδη από το 1995.
5.    Όσον αφορά το στρατιωτικό επίπεδο, το ελληνικό κράτος αποκτά στα βόρεια σύνορα του ένα κράτος που θα βρίσκεται κάτω από την ομπρέλα του και που εκτός των άλλων μπορεί να λειτουργήσει ανασχετικά ως προς τις αλβανικές και βουλγαρικές βλέψεις στην περιοχή, σταθεροποιώντας και διασφαλίζοντας κατά το δυνατόν το ¨βόρειο μέτωπο¨ του. Η Ελλάδα αναλαμβάνει  την επιτήρηση του εναέριου χώρου της Μακεδονίας, αποκτώντας ακόμα μεγαλύτερο στρατιωτικό πάτημα στα βαλκάνια. Ταυτόχρονα έλληνες στρατιωτικοί αναμένεται να αναλάβουν μέρος της εκπαίδευσης του στρατού του μακεδονικού κράτους.. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με μπλέξιμο στα εσωτερικά της γειτονικής χώρας, αλλά και με τους παγκόσμιους γεωπολιτικούς συσχετισμούς, καθώς η εκπαίδευση του μακεδονικού στρατού από τους Έλληνες προφανώς δεν αφήνει ανεπηρέαστους τους υπόλοιπους γείτονες ( Βουλγαρία, Τουρκία ) που πολύ θα ήθελαν να εκπαιδεύσουν εκείνοι τον μακεδονικό στρατό.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ήδη η Συμφωνία των Πρεσπών έχει προκαλέσει την αντίδραση τόσο της Βουλγαρίας, όσο και της Τουρκίας. Η πρώτη μιλάει κι αυτή από μεριάς της για ¨παραχάραξη της Ιστορίας¨ και η δεύτερη χρησιμοποιεί ως πρόσχημα την ύπαρξη γκιουλενιστών πραξικοπηματιών στη γειτονική χώρα για να εκφράσει την αντίρρηση της.

ΟΠΟΙΟΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΒΛΕΠΕΙ ΣΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ¨ΠΡΟΔΟΣΙΑ¨ η ¨ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥΣ¨, ΤΟ ΚΑΝΕΙ ΕΣΚΕΜΜΕΝΑ.




Δεν υπάρχουν σχόλια :